JULY 1984 - Einstein TC-01 is introduced in Great Britain. A fairly powerful and rich 8- bit PC and one of the first - and few - with a 3-inch Disk Drive built-in . Although Einstein is manufactured by the Taiwanese Tatung , it was designed and implemented in England and intended for the European market. If the Tatung people had a clearer goal and better pricing policy, then perhaps Einstein could have competed with the Amstrad CPC released at the same time, with similar specifications. But Einstein went down in history as a very interesting home computerwhich failed due to wrong choices and unfortunate circumstances.
The Taiwanese Tatung invaded Great Britain in 1981 with aggressive sentiment. The largest electronics maker in Taiwan, with a history since 1918 , was already an established player in the television and monitor market . Its entry into England was made for convenience, as European patent holders such as e.g. for the PAL system they created barriers to the use of these technologies by companies in the Far East , which produced cheaper products. Acquisition of the Decca plant for £ 1min Bridgnorth, Shropshire, UK, it has been able to obtain a European identity, thus making these patents easier to access. Within two years, Tatung also acquired a second factory in Stroopshire (Telford) as well as a development center in Bradford, West Yorkshire.
With a British identity, Tatung did not just expand its market, but wanted to take part in the explosive growth of the British microcomputer industry . Why not? They even tried and Tatung had both the know-how and the means and the power. The company had been involved in the field of computers and in particular word processing systems since 1973, while its facilities in England were capable of designing and manufacturing boards.
Tatung Einstein TC-01 Identity Crisis
The design of Einstein was organized by the head of the British branch of Tatung himself, Dr. GT Lin , with a team of five engineers . Team leader Roy Clark and the other four, two for the software, one for the hardware and another for the flow supervisor. The fact that just one engineer worked on the computer hardware is due to the fact that both ready and tested solutions were used and there was a limitation to utilizing the existing infrastructure.in the manufacture of boards. Generally, no material experiments were performed. On the contrary, Einstein's software did much more work and some of its components were useful and separate (for the home computer), without departing from simplicity.
Its composition was primarily based on that of the standard MSX , with the same processor, graphics and audio chips. Coincidentally, its specifications were close to those of the Amstrad CPC 464 , which was released the same summer as Einstein's. The difference is that the 3-inch disk drive that Amstrad offered as an extra was integrated into Tatung's computer. The operating system was a variant of CP / M and compatible with it.
Dr. Lynn initially wanted to give the model a name for some fruit , something particularly "fashionable" in the early '80s. But with apples (Apple), tangerine and acorn (Acorn) having flooded the market, the most compatible, but at the same time the most audacious, name was Einstein . Something that referred directly to the concept of ' technological genius ', though the danger was that it could cause excessive expectations from a system whose technology had been carrying it for almost a decade.
The sharp edges of the system bear the signature of industrial designer John Lo . Its large surface area is due to the incorporation of an extremely high quality switching adapter inside. This at the same time gave him the opportunity to use his back as a base for Tatung's monitor. The base angle and position of the keyboard were designed so that the screen would be at a perfect distance and angle from the user's eyes. Einstein's design also gave Lo a patent for this very characteristic.
The computer was implemented at the Tatung Laboratories in Bradford , UK , and was produced at the Telford plant .
HARDWARE
Einstein 's technology does not justify its name, being stapled from home computers of the time. However, excluding the disk drive in the basic configuration, a rarity for a home computer, though - as mentioned above - Tatung also expected sales to professionals.
The system had 80 KB of memory , 16 KB of which is dedicated to graphics. Its specifications were almost identical to those of the first generation MSX , with a common Zilog Z80A processor clocked slightly higher at 4 MHz and a combination of General Instrument AY-3-8910 audio generator with TI TMS9129 graphics chip (newer version of TMS9918 ). That translates into 3 octave audio channels , 16-color palette , 256 × 192 pixels maximum bitmap resolution , and 32 sprites supportat hardware level. However, beyond the similarity in capabilities, Einstein was not compatible with the MSX standard. In addition, some hardware details brought him one step above the MSX.
Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ο Eistein δανειζόταν hardware αλλά και φιλοσοφία, από διάφορους υπολογιστές της εποχής εκείνης. Η Tatung δεν στόχευε τα φθηνά εισαγωγικά μοντέλα home computer, όπως για παράδειγμα ο Spectrum ή ο Electron, αλλά τα πιο ισχυρά, πλήρη και ακριβά, τα οποία κατάφερναν να διεισδύσουν και στην επαγγελματική αγορά. Το κυριότερο τέτοιο δείγμα στη βρετανική αγορά ήταν το BBC Micro. Ο υπολογιστής της Acorn είχε επίσης υψηλό αντίτιμο, αλλά η διάδοσή του στα σχολεία της χώρας του εξασφάλιζαν ένα πολύ καλό μερίδιο και στην αγορά. Το κυριότερο όπλο του ήταν η επεκτασιμότητα και σε αυτόν τον τομέα η Tatung ακολούθησε την πρακτική της Acorn. Ο Einstein διέθετε μία πληθώρα θυρών για κάθε χρήση. Πέρα από την παράλληλη τύπου Centronics για εκτυπωτή και τη σειριακή RS232C, υπήρχε και η επονομαζόμενη ως «Tube», η οποία παρείχε σύνδεση στο δίαυλο του συστήματος, λειτουργώντας σαν θύρα επέκτασης.
Εκεί που υπερτερούσε του ανταγωνισμού ο Einstein ήταν στην ύπαρξη αναλογικών και ψηφιακών θυρών γενικής χρήσης. Αφενός μεν η user port παρείχε 8μπιτο κανάλι δύο δρόμων για ψηφιακές συσκευές. Ελεγχόταν από Z80 PIO (Parallel Input-Output) chip. Αφετέρου δε οι δύο αναλογικές τύπου DIN είσοδοι μπορούσαν να συνδεθούν με αναλογικά όργανα, όπως π.χ. μετρητές θερμοκρασίας, πίεσης, βολτόμετρα κ.λπ. Συνδυάζονταν με αναλογικοψηφιακό μετατροπέα (ADC – Analog to Digital Convertor). Μία τέτοια δυνατότητα παρείχε ο BBC Micro μόνο ως έξτρα. Οι αναλογικές θύρες χρησιμοποιούνταν και για ισάρριθμα joystick. Από εκεί και πέρα στον Einstein μπορούσε να συνδεθεί τηλεόραση ή και μόνιτορ τρίτου κατασκευαστή. Στον υπολογιστή ήταν ενσωματωμένο κι ένα μικρό ηχείο ισχύος 250mWatt.
Η Tatung ήταν η δεύτερη εταιρεία που τοποθέτησε τη σπάνια διάσταση disk drive των 3 ιντσών σε οικιακό υπολογιστή. Χρονικά, προηγήθηκε της Amstrad κατά ένα εξάμηνο στην ενσωμάτωση του drive στον υπολογιστή. Επιπλέον, ο Einstein μπορούσε να δεχτεί και δεύτερο FDD στο εσωτερικό του χωρίς μετατροπή. Ενώ, μπορούσε να οδηγήσει μέχρι και δύο εξωτερικά drives 3,5» ή 5,25». Δυνατότητες αδιανόητες για home computer της εποχής. Το επιλεγμένο drive της Teac επιτύγχανε ταχύτητα μεταγωγής 50 Kbit/sec και μέσο χρόνο πρόσβασης 171 msec. Δεχόταν δισκέτες 3» διπλής πλευράς των 500 ΚΒ, οι οποίες μετά τη διαμόρφωση (format) άφηναν διαθέσιμο χώρο 200 ΚΒ σε κάθε πλευρά.
Παρόλο που η Tatung είχε τη φήμη «φθηνών αποανατολίτικων» κατασκευών, στον Einstein δεν έγιναν παραχωρήσεις. Το σύστημα και φαινόταν και ήταν ποιοτικό. Ήταν περίφημη η σταθερότητα του παλμοτροφοδοτικού του, ενώ τα πλαστικά ήταν κι αυτά ποιοτικά. Ταυτόχρονα παρά τον όγκο του, οι εργονομικές λεπτομέρειες ήταν κι αυτές μοναδικές για τα δεδομένα των οικιακών υπολογιστών.
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα το μηχανικό πληκτρολόγιο πλήρους μεγέθους, δεν διέθετε μεν ξεχωριστό αριθμητικό, αλλά υπήρχαν οκτώ προγραμματιζόμενα πλήκτρα. Επιπρόσθετα ο χρήστης είχε άμεση πρόσβαση σε μεγάλο μέρος από τους ειδικούς χαρακτήρες-γραφικά, μέσω του πλήκτρου GRAPH. Σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε ότι το σετ των 256 χαρακτήρων χωριζόταν σε 96 αλφαριθμητικά ψηφία και 160 «γραφικά». Όλα είχαν δυνατότητα επαναπρογραμματισμού μέσω λογισμικού.
Συνολικά, ο Einstein θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένας πλούσιος 8μπιτος home computer, ανάλογος του BBC Micro, χωρίς να καινοτομεί όμως κάπου. Το κατά πόσο όμως θα μπορούσε να καλύψει και επαγγελματικές ανάγκες είναι κυρίως θέμα software…
TATUNG EINSTEIN TC-01
|
|
Επεξεργαστής: 8 bit Zilog Z80A στα 4 MHz Μνήμη RAM/VRAM/ROM: 64 KB / 16 KB / 8 KB (επεκτάσιμη στα 32 KB) Γραφικά: TI TMS9129, 256×192 pixels, 16 χρώματα Ήχος: GI AY-3-8910 PSG, 3 κανάλια, 8 οκτάβες Οθόνη: Έγχρωμη ή μονόχρωμη CRT, 14» (προαιρετικά) Πληκτρολόγιο: μηχανικό QWERTY, 67 πλήκτρων, 8 F-keys Media: 1 ή 2x FDD 3» TEAC (500 KB) Θύρες: RGB, TV-out, RS232C, Παράλληλη, Εξωτερικό floppy disk, 2x Joystick, User port, Tube (bus) OS/Εφαρμογές: MOS, Xtal DOS, Xtal BASIC 4 Διαστάσεις: 43,5×51,5×11,5 εκατοστά |
SOFTWARE
Στη βασική του έκδοση, ο Einstein δεν διέθετε τσιπάκι ROM, παρά μία EPROM των 16 KB (προγραμματιζόμενη ROM) με το Firmware και ένα πρόγραμμα ελέγχου του συστήματος, καλούμενο MOS (Monitor Operating System). Ο υπολογιστής εκκινούσε στη γραμμή εντολών του MOS και τόσο το λειτουργικό σύστημα, όσο και οι γλώσσες προγραμματισμού, φορτώνονταν από δισκέτα. Το γεγονός ότι η BASIC δεν ήταν μόνιμα αποθηκευμένη σε κάποιο τσιπάκι ROM, άφηνε ελεύθερες τις επιλογές προγραμματισμού στο χρήστη. Εκτός της στάνταρ Xtal BASIC, προσφέρονταν κι άλλες εκδόσεις, όπως η BBC BASIC, καθώς και εναλλακτικές γλώσσες όπως FORTH, PASCAL κ.λπ. Αυτή η ευελιξία είχε όμως και ένα μειονέκτημα, καθώς το φόρτωμα από τη δισκέτα στη μνήμη, σήμαινε ότι για προγραμματισμό έμεναν ελεύθερα λίγο περισσότερα από 40 ΚΒ, από τα 64 ΚΒ της RAM.
Το πραγματικό ατού -αν και ελάχιστα χρήσιμο στους χρήστες- του Einstein ήταν το βασικό πρόγραμμα ελέγχου MOS. Μέσα από αυτό ήταν δυνατός ο έλεγχος του συστήματος σε επίπεδο μηχανής, αλλάζοντας το περιεχόμενο στα μπλοκ της μνήμης, τους καταχωρητές και τα tracks της δισκέτας. Τέτοια δυνατότητα ελάχιστα συστήματα παρείχαν, αλλά η αδιαμφισβήτητη χρησιμότητά της αφορούσε μόνο προγραμματιστές. Η ειρωνία είναι ότι ενώ οι developers δεν στήριξαν τον υπολογιστή της Tatung, λόγω ακριβώς της ύπαρξης του MOS, χρησιμοποίησαν τον Einstein για να αναπτύξουν ρουτίνες σε επίπεδο μηχανής για άλλους υπολογιστές, όπως παραδείγματος χάρη κλειδώματα (copy protection) για τον Atari ST και την Amiga.
Το MOS ήταν αποθηκευμένο στην EPROM του Einstein, αλλά οι δύο άλλες βασικές εφαρμογές συνόδευαν το πακέτο σε μορφή δισκέτας. Αναφερόμαστε στο DOS και την BASIC. Και τα δύο σχεδιασμένα από την εταιρεία Crystal Research. Εξ ου και οι τίτλοι Xtal DOS και Xtal BASIC, όπου το πρόθεμα Xtal προφερόταν Crystal.
Το Xtal DOS διαφημιζόταν από την Tatung ως συμβατό με το πλέον διαδεδομένο εκείνη την εποχή λειτουργικό σύστημα για προσωπικούς υπολογιστές, το CP/M. Η αλήθεια είναι ότι με τη βασική σύνθεση του υπολογιστή, ελάχιστες εφαρμογές CP/M μπορούσαν να τρέξουν. Ο ουσιαστικότερος περιορισμός είχε να κάνει με την ανάλυση του κειμένου. Καθώς η Tatung χρησιμοποίησε το τσιπάκι TMS9129 χωρίς άλλες τροποποιήσεις, σήμαινε ότι ο Einstein μπορούσε να απεικονίσει δύο μόνο modes κειμένου. Ένα 32×24 με χαρακτήρες μεγέθους 8×8 pixels κι ένα 40×24 με χαρακτήρες μεγέθους 6×8 pixels. Συνεπώς η μέγιστη πλειονότητα των εφαρμογών για CP/M που έτρεχαν σε 80στηλο κείμενο, απαιτούσαν την προσθήκη εξωτερικής κάρτας. Αυτή ανέβαζε το ήδη αυξημένο κόστος του μηχανήματος περαιτέρω.
Και η έκδοση της BASIC συγκαταλεγόταν ανάμεσα στις καλύτερες του ανταγωνισμού. Θύμιζε πολύ την BBC BASIC τόσο σε δομή, όσο και σε δυνατότητες. Στον πυρήνα της, η Xtal BASIC 4 ήταν μία ακόμη παραλλαγή της πρωταρχικής Dartmouth BASIC. Διέθετε ωστόσο πληθώρα επιπλέον εντολών. Μεταξύ αυτών, εντολές γραφικών (σημεία, γραμμές, ελλείψεις), ελέγχου των sprites, ήχου και μουσικής. Επίσης, ήταν δυνατή η προσθήκη γλώσσας μηχανής στον κώδικα της BASIC.
Συνεπώς, στο πακέτο του Einstein υπήρχαν όλα όσα περίμενε κανείς από έναν ακριβό home computer. Αλλά για τον επαγγελματία, όπου και στόχευε η Tatung, υπήρχαν σημαντικές ελλείψεις. Θα μπορούσαν να καλυφθούν στη συνέχεια και ο Einstein να πείσει το απαιτητικό κοινό, αν οι εταιρείες κατασκευής software υποστήριζαν το μηχάνημα. Παρά τον προορισμό του για μικτή του χρήση (οικιακός/προσωπικός υπολογιστής) όμως, η απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία ήταν η υποστήριξη στα παιχνίδια. Κάτι που δεν συνέβη ποτέ.
Η Tatung έκανε πολύ φιλότιμες προσπάθειες να στηρίξει το σύστημά της με κάθε μορφή εφαρμογών. Οι αρχική συνεργασία με την Crystal Research, την Kuma και άλλες μικρότερες εταιρείες, απέφερε εμπρόθεσμα ό,τι χρειαζόταν για το λανσάρισμα του Einstein. Το καλοκαίρι του 1984, στα ράφια των καταστημάτων, δίπλα στον υπολογιστή υπήρχαν άμεσα διαθέσιμοι σχεδόν 50 τίτλοι, εφαρμογών, γλωσσών προγραμματισμού και παιχνιδιών. Όμως δεν υπήρξε συνέχεια. Παρόλο που γενικά ήταν ιδανική η πλατφόρμα για τους developers, επιτρέποντας εύκολα ports από MSX και Spectrum, καμία μεγάλη εταιρεία δεν παρείχε στήριξη στον Einstein.
Τα λιγοστά παιχνίδια του Einstein αποτελούσαν είτε παραλλαγές γνωστών arcades σχεδιασμένων από την ίδια την εταιρεία, είτε μεταφορές από άλλους υπολογιστές με επεξεργαστή Z80. Ο συνολικός αριθμός τους δεν ξεπέρασε τα 120. Το επαγγελματικό λογισμικό, κατά κύριο λόγο κατασκευασμένο από την Kuma, κάλυπτε τις τυπικές ανάγκες ενός γραφείου. Ανάμεσα στις υπόλοιπες εφαρμογές, κυκλοφόρησαν πρόγραμμα δημιουργίας μουσικής, γραφικών και animations, assemblers, γλώσσες προγραμματισμού BASIC, FORTH, PASCAL, LOGO κ.α. Αν και τη λίστα προγραμμάτων του Einstein δεν παρουσίαζε σοβαρές ελλείψεις, η ανάπτυξή τους περιορίστηκε σε μία χούφτα εταιρειών μικρού βεληνεκούς. Το κυριότερο πρόβλημα όμως είχε να κάνει με το μέσο. Καθώς το λογισμικό του Einstein παρεχόταν μόνο σε δισκέτες και μάλιστα 3 ιντσών, η τιμή ακόμη και του απλούστερου προγράμματος ήταν αρκετά τσιμπημένη. Τα παιχνίδια κόστιζαν από 7 έως 15 λίρες, ενώ στις επαγγελματικές εφαρμογές η τιμή σκαρφάλωνε στις 250 λίρες.
SPECULATOR: SPECTRUM EMULATOR
|
|
Μία συσκευή που ίσως να βοηθούσε τις πωλήσεις του Einstein, ήταν το Speculator. Ένας εξομοιωτής του ZX Spectrum 48Κ, ο οποίος όμως κυκλοφόρησε πολύ αργά και ήταν κάθε άλλο παρά εύκολος στη χρήση, για να κάνει κάποια διαφορά. Επιπλέον, ήταν ένα από τα ελάχιστα προϊόντα για τον Einstein που δεν κατασκεύασε η ίδια η Tatung. Ο Speculator ήταν μία συσκευή σχεδιασμένη από το χομπίστα μηχανικό Τόνι Μπρούερ και η διάθεσή του έγινε από την Syntaxsoft, προκειμένου να μπορούν να τρέξουν παιχνίδια του Spectrum στον Einstein και τον Memotech MTX, οι οποίοι διέθεταν παρόμοιο hardware. Το κουτί περιείχε δύο custom chips και 2 ΚΒ μνήμης, με σκοπό να εξομοιώνονται οι θύρες και το κύκλωμα γραφικών του Spectrum. Ο Speculator συνδεόταν στη θύρα Tube του Einstein από τη μία και με κασετόφωνο από την άλλη. Ο χρήστης της συσκευής δεν χρειαζόταν να φορτώνει κάθε φορά τα παιχνίδια από κασέτα, αλλά ήταν δυνατή η εγγραφή τους σε δισκέτα. Κάπου εδώ όμως τελείωναν οι ευκολίες του Speculator. Το εν λόγω περιφερειακό δεν απευθυνόταν σε απλούς χρήστες, καθώς κάθε παιχνίδι του Spectrum απαιτούσε διαφορετική διαχείριση (σε επίπεδο software) για να τρέξει ο loader του προγράμματος. Στο πακέτο του εμπορίου, που κόστιζε 50 λίρες, ο Speculator συνοδευόταν από τρεις δισκέτες με 20 παιχνίδια του Spectrum, για τα οποία είχαν γίνει οι κατάλληλες τροποποιήσεις. Από εκεί και πέρα όμως, είτε ο κάτοχος θα έπρεπε να διαθέτει τις γνώσεις για να περάσει οποιοδήποτε άλλο παιχνίδι του Spectrum στον Einstein, είτε να αρκεστεί στις νέες δισκέτες που θα κυκλοφορούσαν από την Syntaxsoft, με περισσότερα παιχνίδια του Spectrum |
Ο «ΑΪΝΣΤΑΙΝ» ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ
O Einstein TC-01 παρουσιάστηκε μία εβδομάδα μετά τον Amstrad CPC 464 την άνοιξη του 1984 και κυκλοφόρησε στην αγορά περίπου δύο εβδομάδες αργότερα από τον υπολογιστή της Amstrad, τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς. Κάτι που πιθανότατα έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο στην εμπορική του πορεία, όπως θα δούμε παρακάτω. Παρά το τσουχτερό αντίτιμο των 500 λιρών, για το βασικό μοντέλο με ένα disk drive και χωρίς μόνιτορ, η διοίκηση της Tatung ήταν αισιόδοξη. Ο διευθυντής πωλήσεων Μάικλ Μπέιλις ανέφερε στο περιοδικό Home Computing Weekly, τον Μάιο του 1984, ότι ο Einstein μπορεί να ήταν ακριβότερος κατά 100 λίρες από τον ανταγωνιστικό BBC Micro, αλλά αν η Acorn τοποθετούσε τον εξοπλισμό του Einstein τότε η τιμή του υπολογιστή της θα εκτοξευόταν στις 850 λίρες. Συνέκρινε το μοντέλο της Tatung με τον Apple IIe, ο οποίος τότε κόστιζε πάνω από 1.000 λίρες. Το μεγάλο εμπόδιο βέβαια ήταν ο επίσης πρωτοεμφανιζόμενος, πληρέστερος και πολύ φθηνότερος Amstrad CPC 464. Σε ερώτηση του δημοσιογράφου, ο Μπέιλις αρκέστηκε να αναφέρει ότι ο Einstein περέχει περισσότερη ελεύθερη μνήμη στον χρήστη. Τόνισε ότι ο Einstein προοριζόταν για να καλύψει το κενό μεταξύ των οικιακών υπολογιστών των 200 λιρών και των προσωπικών υπολογιστών των 1.000 λιρών. Πίστευε δε ότι ο πρώτος χρόνος κυκλοφορίας, θα έκλεινε με 50.000 πωλήσεις. Η πραγματικότητα όμως τον διέψευσε πανηγυρικά.
Το πρώτο και κύριο που έπληξε τον Einstein ήταν η τιμή του. Οι συγκρίσεις που έκανε ο διευθυντής πωλήσεων της Tatung λίγο πριν το λανσάρισμά του ήταν εκτός πραγματικότητας, διότι αγνοούσαν τον ελέφαντα στο δωμάτιο. Ο ελέφαντας αυτός δεν ήταν άλλος από την Amstrad. Συγκρινόμενος με τον CPC 664, για να φτάσει στο επίπεδο σύνθεσης -και δυνατοτήτων- του υπολογιστή της Amstrad το κόστος σκαρφάλωνε στις 900 λίρες. Αυτό σημαίνει έγχρωμο μόνιτορ 14» και κάρτα 80 στηλών, ώστε να μπορεί να τρέξει εφαρμογές του CP/M. Δηλαδή τιμή υπερδιπλάσια του ανταγωνιστή του και απειλητικά κοντά στα πιο φθηνά επαγγελματικά PC. Ακόμη όμως κι αν συγκριθεί με τον CPC 464, με τον οποίον κυκλοφόρησαν παράλληλα, συνυπολογίζοντας το κόστος ενός εξωτερικού floppy disk 3», η σύνθεση της Tatung ήταν κατά 300 λίρες ακριβότερη.
Αυτή τη θεμελιώδη διαφορά από τον κύριο ανταγωνιστή της την κατάλαβε πολύ γρήγορα η Tatung. Ενώ προσδοκούσε πωλήσεις 50.000 κομματιών την πρώτη χρονιά και 200.000 ως το τέλος του 1985, αυτές δεν ξεπέρασαν τις 14.000 και μάλιστα 5.000 από αυτά προωθήθηκαν στην Τάιπεϊ ως το τέλος του 1984. Η Tatung προχώρησε σε διορθωτικές κινήσεις πολύ αργά, το καλοκαίρι του 1985. Μείωσε κατά 150 λίρες το βασικό μοντέλο και προσέφερε πακέτο με έγχρωμο μόνιτορ, δεύτερο drive 3» και software αξίας 190 λιρών, προς 500 λίρες. Πλέον όμως δεν είχε το CPC 664 απέναντί της, αλλά τον ακόμη ισχυρότερο, πλουσιότερο σε εξοπλισμό και φθηνότερο CPC 6128 (σ.σ. 400 λίρες με έγχρωμη οθόνη, 128 ΚΒ μνήμη και δύο εκδόσεις του ορίτζιναλ CP/M).
Έπειτα, ο Einstein είχε να αντιμετωπίσει και τις ουκ ολίγες επικρίσεις για θέματα όπως ο μεγάλος του όγκος που δυσκόλευε την τοποθέτησή του στο γραφείο και κυρίως η σε μεγάλο βαθμό ψευδεπίγραφη υπόσχεση για συμβατότητα με το CP/M. Δύο δηλαδή κρίσιμα στοιχεία για το κενό που ήθελε να καλύψει η Tatung στην εισαγωγική επαγγελματική κατηγορία. Ο Einstein TC-01 ήταν πολύ ακριβός για οικιακός υπολογιστής και με πολλές αδυναμίες για επαγγελματικό σύστημα. Το ότι, λόγω του MOS, έγινε η χαρά του developer (π.χ. χρησιμοποιήθηκε για ports παιχνιδιών από παιχνιδομηχανές σε υπολογιστές με επεξεργαστή Z80), αυτό δεν έφτανε για να του εξασφαλίσει μαζικές πωλήσεις, ούτε καν την αίγλη ενός ικανού προσωπικού υπολογιστή.
Εξίσου ουσιαστικό πρόβλημα με την τιμή ήταν το ότι οι εταιρείες λογισμικού δεν υποστήριξαν τον Einstein. Παρά το γεγονός ότι η πλατφόρμα του ευνοούσε την πρακτική των ports από τα ήδη εμπορικά επιτυχημένα 8μπιτα μοντέλα υπολογιστών, η ανάπτυξη εφαρμογών έμεινε κατά κύριο λόγο στην ίδια την Tatung και μία χούφτα χαμηλής δυναμικότητας εταιρείες. Αναφέρονται περίπου 500 συνολικά τίτλοι κάθε κατηγορίας, αλλά η ποιότητα των περισσοτέρων ήταν απλά οριακή. Είχε δε να αντιμετωπίσει και το ζήτημα της σπάνιας διάστασης της δισκέτας που μεταφραζόταν σε αύξηση της τιμής στο ράφι από 50% ως και 200%, σε σχέση με την κασέτα.
Τέλος, υπάρχει και το ζήτημα της συγκυρίας. Το 1984 ηταν πλέον αργά για την βρετανική βιομηχανία home computer. Η αγορά είχε κορεστεί ήδη από το 1983 και οι μικρότερες εταιρείες άρχισαν να «βαράνε κανόνι». Ακόμη και οι ισχυροί παίκτες, όπως η Sinclair και η Acorn αντιμετώπιζαν οικονομικά προβλήματα και το απούλητο στοκ τους μεγάλωνε κάθε μέρα. Η «ξενόφερτη» Tatung, παρά τη γενναία προσπάθεια να υποστηρίξει τον υπολογιστή της με λογισμικό και περιφερειακά, ήταν πολύ δύσκολο να επιβιώσει σε αυτό το πλαίσιο. Ούτως ή άλλως, εξαιρώντας την Amstrad, το σύνολο της βρετανικής βιομηχανίας μικροϋπολογιστών δεν βγήκε από την ύφεση.
Από το 1985 και με τις πωλήσεις να κινούνται στο 10% μόλις των προσδοκιών, η Tatung άρχισε να σχεδιάζει τον διάδοχο «Αϊνστάιν» του TC-01, ακολουθώντας και πάλι τα τεχνολογικά μονοπάτια των MSX (αυτή τη φορά του προτύπου MSX2). Οι φήμες για ένα νέο μηχάνημα περιόρισαν ακόμη περισσότερο τις πωλήσεις του υπάρχοντος μοντέλου. Ο Einstein 256 ολοκληρώθηκε πολύ αργά στο τέλος του 1986. Παρά το σχετικό ντόρο στη Μεγ. Βρετανία, η Tatung δεν ήταν πλέον τόσο πρόθυμη να προωθήσει το νέο της home computer. Αρκέστηκε να περιορίσει το κόστος σε στρατηικά σημεία, να κάνει πιο ξεκάθαρη τη στόχευση στην οικιακή αγορά και να διατηρήσει σε λογικά πλαίσια τον τιμοκατάλογο, παραμένοντας ωστόσο και πάλι οριακά ακριβή. Πλεον η εταιρεία ενδιαφερόταν πολύ πιο σοβαρά για τη νέα ακμάζουσα αγορά των PC συμβατών, αφήνοντας λίγο ως πολύ τον 256 στην τύχη του, σε μία πορεία ακόμη πιο απογοητευτική από τον προκάτοχό του.
Einstein 256 Η τελευταία προσπάθεια
O Einstein 256 (πλήρης τίτλος Einstein TCS-256) υπήρξε ο διάδοχος του TC-01, αλλά ήρθε πολύ αργά και με ανύπαρκτη πρακτικά υποστήριξη για να κάνει τη διαφορά. Για μία ακόμη φορά η Tatung ακολούθησε την πεπατημένη, επιλέγοντας το τυπικό hardware ενός MSX δεύτερης γενιάς. Ενώ η γεννήτρια ήχου παρέμεινε η ίδια (AY-3-8910 της General Instrument), το τσιπάκι γραφικών ήταν πλέον αυτό της Yamaha των MSX2 (V9938). Σε συνδυασμό με τα 192 ΚΒ της Video RAM, οι δυνατότητες στα γραφικά εκτοξεύτηκαν στα επίπεδα των 16μπιτων home computer της εποχής. Έτσι, υποστηριζόταν 80στηλο κείμενο, υψηλή ανάλυση 512×424 pixels και η παλέτα έχει σκαρφαλώσει στα 512 χρώματα, με τα 256 από αυτά να μπορούσαν να απεικονιστούν ταυτόχρονα στην οθόνη. Επιπλέον τα γραφικά ήταν πλήρως bitmap, χωρίς τον περιορισμό των δύο χρωμάτων ανά μπλοκ 8×8 pixels. Μόνο που αυτές οι δυνατότητες έμειναν στα χαρτιά. Να σημειώσουμε ότι το 256 στον τίτλο του νέου μοντέλου αναφερόταν στη συνολική μνήμη, καθώς η RAM παρέμεινε στα 64 ΚΒ.
Η Tatung θέλησε να διατηρήσει προς τα πίσω συμβατότητα, ώστε να δελεάσει τη μικρή βάση πελατών που είχε δημιουργήσει ο προκάτοχος του Einstein 256. Η βασική αρχιτεκτονική παρέμεινε η ίδια και οι αναβαθμίσεις στο λειτουργικό σύστημα και τη BASIC, διασφάλιζαν 98% συμβατότητα με τον TC-01. Οι νέες αυτές εκδόσεις EDOS και EBASIC αντίστοιχα, αποτελούσαν μετεξέλιξη του XtalDOS 1.31 και της Xtal BASIC 4. Πλέον το μεν OS ήταν πλήρως συμβατό με το CP/M, η δε BASIC διέθετε ακόμη περισσότερες εντολές πλησιάζοντας τις 200 στο σύνολο. Επιπλέον διορθώθηκαν ορισμένα bugs που παρατηρήθηκαν στον TC-01.
Στον Einstein 256, η Tatung διόρθωσε τα προβλήματα και τα λάθη του προηγούμενου μοντέλου, όπως αυτά διαπιστώθηκαν από τον ειδικό Τύπο και τους πελάτες της. Ο υπολογιστής πλέον είχε πολύ μικρότερο μέγεθος, με το τροφοδοτικό του να έχει μετακομίσει στο μόνιτορ (σ.σ. πρακτική που ακολουθούσε παραδοσιακά η Amstrad). Επιπλέον μίκρυνε το μέγεθος της πλακέτας, καθώς πολλά από τα ολοκληρωμένα κυκλώματα συγχωνεύθηκαν σε ένα custom chip της Hitachi, για τον έλεγχο της μνήμης, των εισόδων/εξόδων και των διακοπτών (interrupts). Περιορίστηκαν όμως και οι θύρες, σε εκείνες που κρίθηκαν απαραίτητες. Δεν υπήρχαν πια οι δύο αναλογικές είσοδοι και το Tube αντικαταστάθηκε από τη θύρα VAMP, που αποτελούσε ακρωνύμιο της έκφρασης «Video/Audio, Mouse, Light Pen interface».
Όλα τα παραπάνω έγιναν προκειμένου να περιοριστεί η λιανική τιμή του νέου μοντέλου. Ο Einstein 256 ήταν άλλωστε ένας οικιακός υπολογιστής και η Tatung δεν επανέλαβε το λάθος του παρελθόντος με την επαγγελματική αγορά, όπου είχε ούτως ή άλλως αρχίσει να δραστηριοποιείται με IBM-PC συμβατά. Η εμφάνιση του μηχανήματος θύμιζε τον CPC 664 και η διάταξη των μεγάλων πλήκτρων κατεύθυνσης φώναζε από μακριά MSX. Η προσπέθεια της Tatung είχε σαν αποτέλεσμα τη διατήρηση της τιμής στις 500 λίρες, μόνο που με αυτήν την τιμή το πακέτο περιλάμβανε και ένα ανασχεδιασμένο και αναβαθμισμένο έγχρωμο μόνιτορ 14 ιντσών.
Η πορεία του Einstein 256 στην αγορά ήταν ακόμη πιο απογοητευτική από εκείνη του TC-01. Σε μία εποχή κυριαρχίας των 16μπιτων γιγάντων Amiga και Atari ST δεν θα είχε καμία τύχη ένα 8μπιτο σύστημα επιπέδου MSX2, χωρίς να είναι μάλιστα συμβατό με τα MSX. Το χειρότερο ήταν ότι η πραγματική τεχνολογική του εξέλιξη δεν αξιοποιήθηκε από τους κατασκευαστές λογισμικού και κυρίως παιχνιδιών. Στη μικρή του πορεία ο Einstein 256 βασίστηκε στην βιβλιοθήκη τίτλων του προκατόχου του και λίγα ports παιχνιδιών από την πρώτη γενιά των MSX.
TATUNG EINSTEIN TCS-256
|
|
Επεξεργαστής: 8 bit Zilog Z80A στα 4 MHz Μνήμη RAM/VRAM/ROM: 64 KB / 192 KB / 16 KB (ως 32 KB) Γραφικά: Yamaha V9938 VDP, 256×192 pixels ως 512×424 pixels, παλέτα 512 χρωμάτων, 32 sprites Ήχος: GI AY-3-8910 PSG, 3 κανάλια, 8 οκτάβες Οθόνη: Έγχρωμη CRT, 14» Πληκτρολόγιο: μηχανικό QWERTY, 69 πλήκτρων, 8 F-keys Media: FDD 3» Matsushita (500 KB) Θύρες: TV-out, RGB, Audio (stereo), RS232C, Παράλληλη, Εξωτ. FDD, Κασετόφωνο, 2x Joystick, User port, VAMP (video, mouse, light pen) OS/Εφαρμογές: EDOS, EBASIC |
ΠΗΓΕΣ
- Tatung Einstein Reborn – fan page
- Nosher.net – Tatung ads
- Crew Nightfall – Φωτογραφίες
See also…
- Einstein.talktalk (emulator, software, disk images)